Τον Θεόφιλο τον ανακάλυψαν ο Ελύτης και ο Σεφέρης, αλλά τον Τσιτσάνη ο λαός

Πριν από λίγες ημέρες βρέθηκα μ’ έναν φίλο μου συμμαθητή από το Γυμνάσιο, τον Παναγιώτη, ίδιας ηλικίας, αναλόγου αισθητικής, λάτρεις και οι δύο της μουσικής, συλλέκτες εμπειριών και αναμνήσεων.

Αφού εξαντλήσαμε στη συζήτηση τα προσωπικά μας, γίναμε για λίγο πολιτικοί και κοινωνικοί αναλυτές και στο τέλος ακουμπήσαμε πάνω στην ανίατη τρέλα μας που είναι το τραγούδι.

Θυμηθήκαμε τα φοιτητικά μας χρόνια στη «Διαγώνιο» και στο «Θεμέλιο», τον Χατζή στο «Σκορπιό», τον Νιόνιο στο «Κύτταρο» και στο «Ροντέο» και λίγο αργότερα την υπόγα στα Εξάρχεια, το «Αχ Μαρία» που γινόταν το «έλα να δεις».

Δεν παραλείψαμε βέβαια στο ταξίδι αυτό που είχαμε στον παρελθόντα χρόνο να κάνουμε μια στάση στο Ελεύθερο Θέατρο στο «Άλσος» στο Παγκράτι όπου παρουσιάζονταν καταπληκτικά πράγματα, πρωτοποριακά για την εποχή.

Αφού τελείωσε το ταξίδι αναρωτηθήκαμε γιατί σήμερα δεν γίνονται ανάλογα πράγματα και από τους νέους καλλιτέχνες. Δεν ξεχωρίζει κάποιος ο οποίος να σου δημιουργεί τουλάχιστον την αίσθηση, αν όχι την βεβαιότητα ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί σε έναν ιδιαίτερα σημαντικό καλλιτέχνη.

Σε μια συζήτηση που είχα τον χειμώνα πριν τον κορονοϊό με έναν παράγοντα μουσικής σκηνής μου είπε τα εξής:

«Υπάρχει σήμερα ταλέντο στα νέα παιδιά, αλλά μην φανταστείς ότι θυμίζουν κάτι από Νταλάρα, Παπακωνσταντίνου, Χαρούλα Αλεξίου, Μαχαιρίτσα και Πασχαλίδη. Το πρόβλημα είναι ότι τα παιδιά αυτά θέλουν να εμφανίζονται μόνα τους και δεν μπορούν να δημιουργήσουν καλλιτεχνικές παρέες. Κλείνουν μια μικρή αίθουσα, έρχονται 30-40 φίλοι τους για να τους υποστηρίξουν, μπαίνουν και στην καλύτερη 10 περαστικοί με την διάθεση είδα φως και μπήκα και αυτό είναι όλο. Ούτε το μαγαζί βγάζει τα έξοδα αλλά ούτε και τα παιδιά αυτά μαζί με τους μουσικούς, βγάζουν κάτι για μεροκάματο».

Θυμάμαι ότι στο «Θεμέλιο» και στη «Διαγώνιο» εμφανίζονταν τότε μαζί, νέα παιδιά όπως ο Νταλάρας, η Αλεξίου, η Βίσση, ο Γαργανουράκης , η Λιζέτα Νικολάου, ο Νικολόπουλος, ο Βαρδής, ο Μαρκόπουλος και άλλοι.

Στο «Αχ Μαρία» οργίαζαν ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Γιάννης Ζουγανέλης, ο Σάκης Μπουλάς, ο Λάκης Παπαδόπουλος και άλλοι.

Στο «Άλσος Παγκρατίου» ο Λουκιανός Κηλαηδόνης μαζί με τους Σταμάτη Φασουλή, Δημήτρη Χρυσομάλλη, Μίρκα Παπακωνσταντίνου, Μίνα Αδαμάκη, Νένα Μεντή, Κώστα Αρζόγλου, Άννα Παναγιωτοπούλου, νέα παιδιά κι αυτοί εκείνη την εποχή που έφεραν έναν αέρα ανανέωσής στο χώρο και ανέτρεψαν τις μέχρι τότε γνωστές πρακτικές του.

Αυτές οι παραστάσεις έγραψαν ιστορία στη μουσική διαδρομή της χώρας μας και οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν απέκτησαν αναγνωρισιμότητα, δημοφιλία και δυναμική που πυροδότησαν επιτυχώς την μετέπειτα αυτόνομη πορεία τους.

Σε όλα αυτά τα σχήματα η αφετηρία ήταν η έννοια και η αίσθηση της συλλογικότητας και η πρόταξη του «εμείς», μπροστά στο «εγώ». Δημιουργούσαν παρέες, αντάλλασσαν ιδέες, επινοούσαν ευρηματικές ατάκες, έπλαθαν εικόνες, έψαχναν νέες ενορχηστρώσεις, έσκαβαν στους θησαυρούς της Ελληνικής μουσικής και ανακάλυπταν τους αναδυόμενους, τότε, μεγάλους συνθέτες του αύριο. Στα ανήσυχα μέτωπά τους ακτινοβολούσαν οι κραδασμοί της δημιουργίας, αγκάλιαζαν τον κόσμο που έβλεπε τις παραστάσεις τους και ζεμάταγε το αίμα μέσα τους.

Τα νέα παιδιά σήμερα δρουν εγωκεντρικά, είναι εγκλωβισμένα στις δομές και τις πρακτικές του διαδικτύου και του Facebook που στερεί την φυσική, αυθόρμητη επικοινωνία και δημιουργεί εμπόδια στη δημιουργία παρεών.

Δεν μπορούν να συλλάβουν την έννοια της συλλογικότητας με αποτέλεσμα να προβάλλουν στα προγράμματά τους μια παθογενή αυτοαναφορικότητα η οποία δεν μπορεί να δημιουργήσει ενθουσιασμό, έκσταση, αποθέωση ακόμα και «οπαδισμό» του κόσμου απέναντι στον καλλιτέχνη.

Μέσα από αυτές τις προδιαγραφές που δημιουργούν μια πραγματικότητα είναι δύσκολο να γεννηθούν νέες τάσεις και ρεύματα για να μπορέσουν να γράψουν νέες ιστορίες στην Ελληνική μουσική διαδρομή, να γεννήσουν νέες μνήμες, να τους αγκαλιάσει και να τους θυμάται ο κόσμος.

Και να μην ξεχνάμε τον Θεόφιλο τον ανακάλυψαν ο Ελύτης και ο Σεφέρης αλλά τον Τσιτσάνη τον ανακάλυψε ο λαός.

πηγή: ogdoo.gr